Monday, July 24, 2006

Ο επιούσιος άρτος δεν μπορεί να είναι κατεψυγμένο είτε χημικό αλευροκατασκεύασμα

Οργανώσεις Καταναλωτών, Εργαζομένων, Αγροτών, Βιοτεχνών, Αλευροβιομηχάνων και βεβαίως οι ίδιοι Αρτοποιοί αντιδρώντας στο νομοσχέδιο, που προωθείτε για ψήφιση στη Βουλή εξέδωσαν την πιο κάτω ανακοίνωση:


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Ο επιούσιος άρτος δεν μπορεί να είναι κατεψυγμένο είτε χημικό αλευροκατασκεύασμα

Έχει αρχίσει εκτεταμένη παρέμβαση από τις μεγάλες εταιρείες επεξεργασίας αλεύρων & άρτου και τις αλυσίδες των μεγάλων καταστημάτων (super markets) σε παγκόσμιο επίπεδο για να επικρατήσουν στον χώρο του ψωμιού και να επιβάλουν την απόλυτη ασυδοσία της ακρίβειας.

Εμπνέονται από την κερδοσκοπία των μεγάλων εταιρειών επεξεργασίας γάλακτος, που στην Ελλάδα κατάφεραν αφού πρώτα κατέστρεψαν τους μικρούς γαλακτοπώλες να επιβάλουν τιμές 30% πάνω από το μέσο όρο της Ευρώπης.

Από την άλλη οι μεγάλες βιομηχανίες επεξεργασίας αλεύρων & άρτου επέβαλαν στην κατανάλωση τις ορολογίες, που τους συμφέρουν, ονομάζοντας όλα τα φουσκωμένα αλεύρια σαν «άρτο» ακόμη και αυτά που καταψύχονται, καταργώντας έτσι όλα τα οφέλη της φυσικής μετατροπής του άλευρου σε άρτο, δηλαδή τα οφέλη του ψωμιού, που παραδοσιακά καταναλώναμε.

Όπως δεν θα λέγαμε ποτέ γιαούρτη ένα αεριούχο γάλα έτσι δεν μπορούμε να ονομάσουμε ψωμί ή άρτο ένα χημικά φουσκωμένο αλεύρι, που ποτέ δεν έχει μετατραπεί σε άρτο. Με αυτή την ονομασία ξεγελάμε τους καταναλωτές, που πιστεύουν ότι αγοράζουν ψωμί.

Ένα ψωμί που δεν γνωρίζουν από πού κρατά η σκούφια του, την προέλευση και την ακριβή περιγραφή των συστατικών του, τον τόπο, τα στάδια, τον τρόπο και την ημερομηνία της παραγωγής του.

Για όλα τα παραπάνω δεν μπορούμε να αποδεχτούμε την επικράτηση μονοπωλιακού έλεγχου της αγοράς από το στάρι στο αλεύρι και το ψωμί από ελάχιστες παγκόσμιες πολυεθνικές εταιρείες.

Καλούμε λοιπόν το Υπουργείο Ανάπτυξης (ΥΠΑΝ), να μην προχωρήσει στην επιβολή με νόμο αυτής της κατάστασης, καταστρέφοντας τους μικρούς βιοτέχνες και ενισχύοντας την αισχροκέρδεια.

Ο καταναλωτής χρειάζεται τον φούρναρη της εμπιστοσύνης του, για να μπορεί να επιλέγει ψωμί φρεσκοψημένο, υγιεινό, φτηνό και παραδοσιακό, όπως αυτός το χρειάζεται.

Δεν έχει ανάγκη καμιά απρόσωπη πολυεθνική, που τον εξαπατά όταν του πουλά το παρόμοιο υπερφουσκωμένο, ζαχαρωμένο, λιπαρό, κατεψυγμένο με χημικά πρόσθετα αλευροκατασκεύασμα, σαν «άρτο»

Τον εξαπατά δε και στην τιμή πουλώντας το ίδιο μέγεθος προϊόντος λίγο φτηνότερα αλλά με το μισό βάρος του πραγματικού ψωμιού, δηλαδή στην πραγματικότητα του πουλά αέρα.

Για να ξέρουμε τι τρώμε, Ζητάμε

· Ο «άρτος» ή «ψωμί» να περιέχει μόνον φυτικές φυσικές πρώτες ύλες. Μα μην περιέχει μεταλλαγμένα, δηλαδή οργανισμούς γενετικά τροποποιημένους με μηχανικό τρόπο (GMO).

· Τα φουσκωμένα με χημικά βελτιωτικά είτε κατεψυγμένα αλευροκατασκευάσματα να ονομάζονται «αλευροσκευάσματα» και όχι «άρτος» ή «αρτοσκευάσματα».

· Στον άρτο, στα αρτοσκευάσματα, στα αλευροσκευάσματα και στα άλευρα να μην χρησιμοποιούνται μεταλλαγμένες πρώτες ύλες. Ιδιαίτερα η μαγιά να μην είναι αποτέλεσμα καλλιέργειας μεταλλαγμένων μικροβίων.

· Να διευκρινιστούν και να αναπτυχθούν πρότυπα παραγωγής για το ψωμί με ονομασία «ολικής άλεσης», «με προζύμι», «με μαγιά», «χωριάτικο», «εφτάζυμο», «πολύσπορο» και «παραδοσιακό».

§ Ο παραδοσιακός «άρτος» να μην περιέχει άλλες πρώτες ύλες πλην άλευρα δημητριακών, νερό, φυσικό προζύμι. Επίσης αλάτι και φυτικά σάκχαρα σε περιεκτικότητα άνω του 1%. Στην ονομασία του να διευκρινίζονται τα δημητριακά και οι ποσότητες του άλατος και των πρόσθετων σακχάρων.

§ Ο άρτος με προζύμι να μην περιέχει μαγιά, αλλά φυσικό προζύμι.

§ Το φυσικό προζύμι να έχει PH μικρότερο του 5, να παράγεται από δημητριακά και νερό είτε μούστο είτε κρεμμυδόζουμο είτε άλλα φυσικά φυτικά υλικά. Σε περίπτωση χρήσης γάλακτος για την παραγωγή προζυμιού, αυτό πρέπει να αναγραφεί στις ενδείξεις του άρτου.

· Στον άρτο, στα αρτοσκευάσματα, στα αλευροσκευάσματα και στις συσκευασίες των αλεύρων, να αναγράφονται όλες οι χρησιμοποιούμενες πρώτες ύλες κατά σειρά ποσότητας και από το 2010 και μετά η περιεκτικότητά τους σε γλουτένη, ζάχαρη, αλάτι και λίπος.

· Να αφαιρεθεί η ονομασία «βιολογικός άρτος», διότι δεν περιέχεται στον κανονισμό της ΕΕ 2092/91 και δεν έχουν αναπτυχθεί πρότυπα παραγωγής του και να μπεί στην θέση της «άρτος από βιολογικά δημητριακά» (διευκρινίζοντας στο κάθε προϊόν από πιο δημητριακό προέρχεται).

· Να απαγορευτεί στα αρτοποιεία να παράγουν και να διαθέτουν καταψυγμένη ζύμη για άρτο είτε αρτοσκευάσματα και παράλληλα άρτο, αρτοσκευάσματα είτε αλευροσκευάσματα από κατεψυγμένη ζύμη.

· Να θεσμοθετηθούν διαδικασίες στην παραγωγή διακίνηση και διάθεση προϊόντων από κατεψυγμένες ζύμες, ώστε να διασφαλίζεται η τήρηση των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας των τροφίμων και η δυνατότητα επιλογής του καταναλωτή.

· Ο άρτος και τα αρτοσκευάσματα να μπορούν να πωλούνται ασυσκεύαστα μόνο από τον παραγωγό τους και μόνον αυθημερόν από την παραγωγή τους. Τα προϊόντα αυτά να μην εκτίθενται σε χώρους προσβάσιμους από ανθρώπους, πλην των παραγωγών και των πωλητών τους.

· Τα προψημένα κατεψυγμένα προϊόντα από αλεύρι (bake off), να αναγράφουν ρητά στην συσκευασία τους, ότι απαγορεύεται να επανακαταψυχθούν διότι αποψύχθηκαν μία φορά. Όλα αυτά τα προϊόντα αυστηρά πρέπει να πωλούνται συσκευασμένα και γι’ αυτό το λόγο.

Οργανώσεις Καταναλωτών

ΙΝΚΑ - Γενική Ομοσπονδία Καταναλωτών Ελλάδας

ΕΚΠΟΙΖΩ - Πανελλήνια Ένωση Καταναλωτών

ΒΙΟΖΩ - Πανελλήνια Ένωση Καταναλωτών
Οργανώσεις Εργαζομένων

ΓΣΕΕ - Γραμματεία Καταναλωτή
Οργανώσεις Αγροτών & Συνεταιρισμών

ΠΑΣΕΓΕΣ – Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών

ΓΕΣΑΣΕ – Γενική Συνομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων Ελλάδας

Οργανώσεις Βιοτεχνών & Αλευροβιομηχάνων

Σύνδεσμος Ελλήνων Αλευροβιομηχάνων

Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας

Συντεχνία Αρτοποιών Αθηνών Προαστίων Περιχώρων


Για τους συντάκτες:

1. Όπως το γάλα «γίνεται» γιαούρτι έτσι και το αλεύρι με νερό «γίνεται» ψωμί (άρτος).
Για την μετατροπή αυτή χρειάζονται μικροοργανισμοί, που δημιουργούν βακτιριακή ζύμωση (προζύμι, μαγιά και χημικά).
Το νομοσχέδιο δεν κατοχυρώνει την φυσική διαδικασία μετατροπής με προζύμι και έτσι αφήνει ελεύθερο το πεδίο στην ευρεία χρήση χημικών φουσκωτικών στα προϊόντα, που θα ονομάζονται «άρτος» ή «αρτοσκευάσματα».

2. Με πολύ έξυπνο τρόπο το νομοσχέδιο θεσμοθετεί τον λεγόμενο «φούρνο» από προψημένη ή έτοιμη ψημένη κατεψυγμένη ζύμη (bake off) των 12 τετραγωνικών χωρίς τις υγειονομικές υποχρεώσεις, που ισχύουν για τους παραδοσιακούς φούρνους.
Τον θεωρεί παραγωγό ψωμιού και έτσι θα μπορεί να πουλά ασυσκεύαστο ψωμί.
Όμως ο παραγωγός του ψωμιού είναι ο αρτοποιός, ψήστης και καταψύκτης του προϊόντος, που κακώς ονομάζεται ζύμη μια και είναι έτοιμο προϊόν, που απλά πρέπει να αποψυχθεί.
Θα μπορούσε κάλλιστα να το αποψύχει ο καταναλωτής στο σπίτι του.
Όμως τέτοια προϊόντα υπάρχουν αλλά δεν έχουν πωλήσεις.
Για να πουλήσουν πρέπει να εξαπατηθεί ο καταναλωτής και να πιστέψει ότι αγοράζει φρέσκο ψωμί.



Εδώ θα δείτε πως ακριβώς κρύβεται στον νόμο ο «φούρνος» των 12 τετραγωνικών.


Τα τελευταία χρόνια συντελείται σε ανησυχητικά μεγάλη έκταση η μεταφορά της παραγωγής στα σημεία διάθεσης, τα οποία χωρίς να είναι εφοδιασμένα με σχετική άδεια παραγωγής της Αρχής, αλλά κυρίως χωρίς να τηρούν οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις υγιεινής που προβλέπονται στην μεν Εθνική και Κοινοτική Νομοθεσία ως προς την παραγωγή του άρτου, προβαίνουν σε θερμική επεξεργασία (δηλ. μερική ή ολική έψηση ή και αναθέρμανση ακόμη, όπως χαρακτηρίζουν τη θερμική επεξεργασία των ολικώς ψημένων - καταψυγμένων προϊόντων «bake off»). Η όλη αυτή διαδικασία γίνεται χωρίς κρατικό έλεγχο και κανόνες σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις που πρέπει να τηρούνται κατά την εν λόγω «μεταποίηση» του κατεψυγμένου προϊόντος, δηλ. από το στάδιο της μεταφοράς και της διατήρησης του κατεψυγμένου προϊόντος στους χώρους όπου λαμβάνει χώρα η «αρτοποίηση» αυτή, μέχρι την απόψυξη, το φούρνισμα, την εκκλιβάνιση και τη συσκευασία του.
Η παραπάνω θερμική επεξεργασία γίνεται εντός των Υπεραγορών τροφίμων σε άμεση γειτνίαση με άλλα, ακόμη και χημικά προϊόντα, νωπά κρέατα, πουλερικά και γαλακτοκομικά, δηλ. σε χώρο που είναι παντελώς εκτεθειμένος σε κάθε είδους ρυπάνσεις και μολύνσεις του περιβάλλοντος, κατά τρόπο, μάλιστα, που επιτρέπει τόσο την ανάμειξή τους με τα άλλα πωλούμενα είδη, όσο και την άμεση επαφή του αγοραστικού κοινού με αυτά, χωρίς να υπάρχουν ειδικά διαμορφωμένοι προς τούτο χώροι για την κατάψυξη, την απόψυξη, το φούρνισμα, την εκκλιβάνιση, τη συσκευασία και την εν συνεχεία διάθεσή τους, αφού άπασες οι ενέργειες αυτές ολοκληρώνονται στον ίδιο χώρο, ενώ η όποια συσκευασία του τελικού προϊόντος δεν περιέχει τις ενδείξεις που είναι απαραίτητο να αναγράφονται και είναι προσδιοριστικές της πραγματικής τους σύστασης και των λοιπών ιδιοτήτων τους, ώστε να επιτυγχάνουν έτσι ευχερέστατα και την εξαπάτηση του καταναλωτικού κοινού. Δεν υπάρχει κανένας διακριτός χώρος, οι επιφάνειες των τοίχων δεν είναι λείες, δεν υπάρχει Υπεύθυνος Επιχείρησης Τροφίμων, ενώ το σύνολο της μεταποιητικής διαδικασίας διεκπεραιώνεται συνήθως από ένα άτομο, πωλητή του καταστήματος ή τους προμηθευτές των κατεψυγμένων προϊόντων άρτου, ελλείπουν παντελώς αποχωρητήρια, νιπτήρες, αποδυτήρια, μέσα αερισμού κλπ., δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη, ώστε να αποφεύγεται η μηχανική ροή αέρα από μολυσμένους σε καθαρούς χώρους και δεν διασφαλίζεται η διατήρηση της ψυκτικής αλυσίδας.
Από την παραπάνω πρακτική που εφαρμόζεται με την ανοχή της Πολιτείας στην παραγωγή, διακίνηση, μεταφορά και διάθεση του άρτου εγκυμονούνται μεγάλοι κίνδυνοι για την υγεία του καταναλωτή, που παραπλανάται σχετικά με τις ιδιότητες του άρτου, κατά παράβαση και του άρθρου 5 παρ. 1 εδ. α και β της οδηγίας 2000/13/ΕΚ.
Εξάλλου, η πρακτική της ανοχής της από την Πολιτεία του καθεστώτος της μη εφαρμογής της αρτοποιητικής νομοθεσίας από τα Πρατήρια άρτου, τις μεγάλες αλυσίδες τροφίμων και τις Αρτοβιομηχανίες, παραβιάζει την αρχή του ελεύθερου και υγιούς ανταγωνισμού, αφού με την ανοχή της δημιουργεί «θεσμικό» πλεονέκτημα στους ανταγωνιστές μας στην λειτουργία της επιχείρησής τους, οι οποίοι - αντίθετα με εμάς τους αρτοποιούς που λειτουργούμε εντός συγκεκριμένου νομοθετικού πλαισίου, που προβλέπει αυστηρούς όρους και κανόνες για την ίδρυση, οργάνωση και λειτουργία της επιχείρησής μας τόσο στο στάδιο της παραγωγής όσο και της διάθεση του άρτου - λειτουργούν σε καθεστώς πλήρους ασυδοσίας, νοθεύοντας έτσι τον ανταγωνισμό στην αγορά του άρτου.
Έτσι, οι ανταγωνιστές των παραδοσιακών αρτοποιών (μεγάλες αλυσίδες τροφίμων) έχοντας στην καλύτερη περίπτωση προμηθευτεί μία άδεια πρατηρίου άρτου, η οποία απαιτεί την ύπαρξη χώρου 12 τ.μ., και με την οποία έχουν το δικαίωμα να διαθέτουν συσκευασμένο άρτο, που έχει παραχθεί σε κατάστημα που έχει άδεια αρτοποιείου ή αρτοβιομηχανίας, προβαίνουν εντούτοις με την ανοχή της Πολιτείας σε παραγωγή άρτου στο χώρο του πρατηρίου, τον οποίο στη συνέχεια πωλούν ως φρέσκο άρτο και ασυσκεύαστο στο καταναλωτικό κοινό.
Ειδικότερα, η Ελληνική Πολιτεία παραβιάζει την αρχή του άρθρου 81 παρ. 1 της Συνθήκης, αφού παρότι οι κανόνες ανταγωνισμού του αφορούν την συμπεριφορά των επιχειρήσεων και όχι τα κανονιστικά και νομοθετικά μέτρα των κρατών - μελών, τα κράτη - μέλη είναι εντούτοις υποχρεωμένα βάσει του άρθρου 5 παρ. 2 της Συνθήκης, να μην βλάπτουν με την Εθνική τους Νομοθεσία την πλήρη και ομοιόμορφη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου και να μη λαμβάνουν ή να διατηρούν μέτρα ακόμη και νομοθετικής ή διοικητικής φύσεως τα οποία θα ήταν πρόσφορα να περιορίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό των κανόνων ανταγωνισμού που εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις (Arrêt du 10 Janvier 1985, Leclerc / Au blé vert (229/83, Rec._p._00001) (cf. al. 14), Arrêt du 29 Janvier 1985, Cullet / Leclerc (231/83, Rec._p._00305) (cf. al. 16).

Σχέδιο Νόμου για την «παραγωγή και διάθεση προϊόντων αρτοποιίας και συναφείς διατάξεις»
Πρόσφατα κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων το ανωτέρω σχέδιο με το οποίο επιχειρείται τα προϊόντα προψημένης ζύμης «..να διακινούνται σύμφωνα με τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς και το ανταγωνισμού, ώστε να επιλέγονται αυτά από τους καταναλωτές με πλήρη γνώση των χαρακτηριστικών και της καταναλωτικής τους αξίας». Η επιχειρούμενη όμως ρύθμιση είναι ατελής και παραπλανητική, αφού δεν παρέχονται εγγυήσεις για την ασφάλεια των τροφίμων αυτών κατά το στάδιο της παραγωγής και διάθεσής τους στον καταναλωτή.
Ειδικότερα:
1) Στο άρθρο 12 του σχεδίου αυτού προβλέπεται ότι στη συσκευασία προϊόντος αρτοποιίας που προέρχεται από την τελική έψηση του αντίστοιχου μερικώς ψημένου - κατεψυγμένου προϊόντος, τίθεται η ένδειξη «άρτος προερχόμενος από μερικώς ψημένη ή μερικώς ψημένη και κατεψυγμένη ζύμη…».
Από τη διατύπωση του άρθρου αυτού προκύπτει, ότι όταν τα προϊόντα αυτά διατίθενται στον καταναλωτή σε συντηρημένη μορφή, στη συσκευασία τους θα υπάρχει η ένδειξη «άρτος μερικώς ψημένος από κατεψυγμένη ζύμη», αλλά και οι άλλες υποχρε¬ωτικές ενδείξεις, όπως αυτές προβλέπονται στην ισχύουσα νομοθεσία. Οι σημάνσεις όμως αυτές δεν προβλέπονται και για τις περιπτώσεις διάθεσης στον καταναλωτή των προϊόντων αυτών μετά την έψησή τους, οπότε τίθεται απλώς η ένδειξη «άρτος προερχόμενος από μερικώς ψημένη ή μερικώς ψημένη και κατεψυγμένη ζύμη», παραλειπομένων των λοιπών ως άνω ενδείξεων!!!

2) Από τη διατύπωση του άρθρου 5 προκύπτει ότι Εγκατάσταση Περάτωσης Έψησης είναι μία «..τεχνοοικο¬νομική μονάδα…., κατάλληλα εξοπλισμένη για την έψηση ενδιαμέ¬σων προϊόντων αρτοποιίας ή την ολοκλήρωση της έψησης του μερικώς ψημένου - κατεψυγμένου άρτου και των διατηρημένων με κατάψυξη προϊόντων αρτοποιίας (bake off)».

3) Το άρθρο 1 του σχεδίου νόμου ορίζει ότι ο «φρέσκος άρτος» πρέπει να πληροί τις ακόλου¬θες προϋποθέσεις: αα) πωλείται στον τελικό καταναλω¬τή εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας παραγωγής του, ββ) παράγεται με συνε¬χή διαδικασία, από τη χρήση των πρώτων υλών του μέ¬χρι την τελική έψηση, χωρίς να μεσολαβεί διακοπή της για τη συντήρηση του, γγ) παράγεται με έψηση ζύμης, η οποία δεν έχει υποβληθεί σε κατάψυξη, ταχεία κατάψυ¬ξη ή ανάλογη διαδικασία που αποσκοπεί στην συντήρη¬ση της για μακρά διάρκεια και διακόπτει τη διαδικασία παραγωγής του άρτου».
Από το συνδυασμό του ανωτέρω άρθρου 5 με το άρθρο 1 του σχεδίου νόμου προκύπτει ότι επιφυλάσσεται σ´ αυτόν διαφορετική ρύθμιση για τα προϊόντα bake off που προέρχονται από άψητη ή μερικώς ψημένη, κατεψυγμένη ζύμη και τα οποία πριν διατεθούν στον καταναλωτή πρέπει να υποβληθούν στην όποια διαδικασία έψησης, από εκείνα που προέρχονται από ολικώς ψημένη - κατεψυγμένη ζύμη, τα οποία, δεν υποβάλλονται - σύμφωνα με τον ισχυρισμό των Υπεραγορών - σε διαδικασία έψησης, αλλά απλής «αναθέρμανσης».
Με τη ρύθμιση αυτή, η διαδικασία της αναθέρμανσης της ολικώς ψημένης - κατεψυγμένης ζύμης, εξαιρείται από την αδειοδοτική διαδικασία της «Εγκατάστασης Περάτωσης Έψησης» και η «μεταποίησή» της (αναθέρμανση) γίνεται χωρίς άδεια της Αρχής.
Αυτό όμως έχει και άλλη σημαντικότατη συνέπεια: Το προϊόν που θα προκύψει από την αναθέρμανση του ολικώς ψημένου - κατεψυγμένου άρτου να μπορεί να θεωρείται, πλέον, «φρέσκος άρτος», αφού θα πωλείται στον τελικό καταναλωτή εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από την «αναθέρμανση», θα έχει παραχθεί με συνεχή διαδικασία έψησης, χωρίς να έχει μεσολαβήσει διακοπή της (αφού πριν την αναθέρμανσή της ήταν ήδη ολικώς ψημένος άρτος), ούτε θα συντρέχει ή θα μπορεί να αποδεικνύεται περίπτωση συντήρησης της ζύμης πριν την ολοκλήρωση της έψησης.
Η ερμηνευτική αυτή προσέγγιση ενισχύεται από τον ορισμό στο σχέδιο νόμου του «διατηρημένου άρτου», ο οποίος ορίζεται σαν «Ο άρτος …που, από τη φύση τους ή λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους, τα οποία οφείλονται στις μεθόδους παραγωγής ή συσκευασίας, προορίζονται για πώληση, μετά την πάροδο τουλάχιστον είκοσι τεσσάρων ωρών από το τέλος της ολοκλήρωσης της διαδικασίας παραγωγής τους…» και ουδόλως συγκρούεται με τον ορισμό του «ενδιάμεσου προϊόντος αρτοποιίας», όπου ορίζεται σχετικά ότι τέτοιο προϊόν είναι και «…ο ολοσχερώς ψημένος και κατεψυγμένος άρτος…», καθόσον μόνο τα ενδιάμεσα προϊόντα που παράγονται μετά από έψηση (μερική ή ολική) κατεψυγμένης ζύμης δεν θα μπορούν να χαρακτηριστούν «φρέσκος άρτος» (άρθρο 1 παρ. ιζ, περίπτωση γγ).

4) Περαιτέρω, το σχέδιο νόμου εισάγει με τον ορισμό του «Ενδιάμεσου προϊόντος αρτοποιίας», μία καινοφανή ρύθμιση, που καταλύει τη διαδικασία της ενιαίας αρτοποίησης, δημιουργώντας παράλληλα με το bake off και δύο νέα προϊόντα, άγνωστα και αρρύθμιστα μέχρι σήμερα από την Εθνική Νομοθεσία, με αποτέλεσμα να μην ορίζονται σε εθνικό επίπεδο οι κανόνες της υγιεινής που δέον να τηρούνται κατά τη διαδικασία της παραγωγής, συσκευασίας, διακίνησης, φύλαξης, σήμανσης, περαιτέρω επεξεργασίας και διάθεσης στον καταναλωτή, η υγεία του οποίου τίθεται σε άμεσο κίνδυνο. Τα προϊόντα αυτά φέρονται να ανήκουν στην γενικότερη κατηγορία προϊόντων από «μη διαμορφωμένη ζύμη ωμού άρτου», η οποία έχει δύο υποκατηγορίες, ανάλογα με το αν η μη διαμορφωμένη αυτή ζύμη έχει υποστεί ή όχι τη διαδικασία της ζυμώσεως. Η νέα αυτή κατηγορία προϊόντων θα επιτρέπεται να υποβάλλεται σε περαιτέρω αρτοποίηση με σκοπό την παραγωγή άρτου από αυτήν στην «Εγκατάσταση Περάτωσης Έψησης», η οποία όμως στερείται ζυμωτηρίου, για το οποίο (ζυμωτήριο), ειρήσθω εν παρόδω, η προαναφερθείσα Υ.Α. 390/1993 προβλέπει ότι στα αρτοποιεία πρέπει να έχει ελάχιστη επιφάνεια 67 τ.μ., ενώ η συνολική επιφάνεια μίας μονάδας «Εγκατάστασης Περάτωσης Έψησης», στο σχέδιο νόμου ορίζεται σε συνολικά 42 τ.μ.!!!

5) Στο νέο περιβάλλον οι προϋποθέσεις αδειοδότησης της «εγκατάστασης περάτωσης έψησης» είναι είτε ανύπαρκτες, είτε δυσανάλογα και αδικαιολόγητα υποδεέστερες σε σχέση με εκείνες της αδειοδότησης ενός αρτοποιείου. Ενδεικτικό της ευμενούς μεταχειρίσεως είναι ότι, σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 1 του σχεδίου νόμου, στην μονάδα «Εγκατάστασης Περάτωσης Έψησης» δεν προβλέπεται αποχωρητήριο, νιπτήρες, μέσα αερισμού για να αποφεύγεται η μηχανική ροή αέρα από μολυσμένους σε καθαρούς χώρους, αποδυτήρια, ενώ δεν προβλέπεται ξεχωριστή είσοδος, όταν λειτουργούν μέσα σε Υπεραγορές τροφίμων, ώστε να αποφεύγεται η ανάμειξή τους με άλλα προϊόντα, ούτε διατίθενται συσκευασμένα, ούτε σε συσκευασίες που περιγράφουν τις ιδιότητές τους κλπ., κατά ρητή παραβίαση των διατάξεων του Κανονισμού 852/29.4.2004.

6) Ένα κεφαλαιώδους σημασίας ζήτημα για την υγεία του καταναλωτή αποτελεί και το γεγονός της συσκευασίας του άρτου που προσφέρεται προς πώληση στον τελικό καταναλωτή από «Πρατήρια», Υπεραγορές τροφίμων και «Εγκαταστάσεις Περάτωσης Έψησης». Στο άρθρο 14, 2η παράγραφος, περ. α, προβλέπεται ότι «Τα προϊόντα αρτοποιίας πρέπει να συσκευάζονται στο χώρο παραγωγής τους, όπως προβλέπεται στην πα¬ράγραφο 2 του άρθρου 13», δηλ. «…μέσα σε χάρτινη συσκευασία ή σε συ¬σκευασία από κατάλληλο υλικό για τρόφιμα, με τις εν¬δείξεις που ορίζονται στο άρθρο 12».
Η ρύθμιση όμως αυτή καταλύεται από τη διατύπωση του επομένου άρθρου 15, όπου στην παράγραφο 2 ορίζεται ότι «…άρτος ….είτε σε ατομική είτε σε μαζική συσκευασία, όταν μεταφέρονται προς πώληση από το χώρο παραγωγής τους σε πρατήρια άρτου… τοποθετούνται μέσα σε κλειστά κιβώτια, που είναι κατασκευασμένα από υλικό που είναι κατάλληλο για επαφή με τρόφιμα… Η μεταφορά άλλων, μη συσκευασμένων ειδών αρτοποιίας, γίνεται με τις ίδιες προϋποθέσεις υγιεινής και καθαριότητας που ορίζονται στο προηγούμενο εδά¬φιο».
Με τα δεδομένα αυτά, οι προαναφερόμενες ρυθμίσεις δε στοχεύουν - και έτσι ουδόλως διασφαλίζουν - την προστασία του καταναλωτή του και του υγιούς ανταγωνισμού. Δε λαμβάνουν πρόνοια για την ασφάλεια των τροφίμων, των εγκαταστάσεων, τη διατήρηση της ψυκτικής αλυσίδας, τη συσκευασία και τις αναγκαίες ενδείξεις του προϊόντος που προέρχεται από κατεψυγμένη ζύμη ή από μη διαμορφωμένη ζύμη. Επιβραβεύεται με τις ρυθμίσεις αυτές το καθεστώς της παράνομης πρακτικής στην παραγωγή, διακίνηση, συσκευασία και διάθεση που ήδη επικρατεί στην αγορά του άρτου.
Οι Υπεραγορές τροφίμων, τα πρατήρια άρτου, οι μονάδες «Εγκατάστασης Περάτωσης Έψησης» και οι βιομηχανίες παραγωγής άρτου, νοθεύοντας τον ανταγωνισμό, θα θέσουν σε ομηρία, τόσο τις δέκα πέντε χιλιάδες των παραδοσιακών επιχειρήσεων αρτοποιίας, όσο και τους καταναλωτές, που θα παραπλανούνται στην επιλογή τους, αντίθετα με τις επιταγές της Εθνικής και Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας (Οδηγία 2000/13 ΕΚ), που επιβάλλουν ο καταναλωτής να διαθέτει πληροφορίες που θα του επιτρέπουν να είναι ενημερωμένος κατά την επιλογή του.
Έτσι η Ελληνική Πολιτεία με το κυοφορούμενο σχέδιο νόμου για την «παραγωγή και διάθεση προϊόντων αρτοποιίας και συναφείς διατάξεις» παραβιάζει την αρχή του άρθρου 81 παρ. 1 και του άρθρου 5 παρ. 2 της Συνθήκης, αφού ουσιαστικά επιδιώκει τη δημιουργία θεσμικού πλαισίου το οποίο νοθεύει τον ανταγωνισμό, αφού δημιουργεί αθέμιτα πλεονεκτήματα στους ανταγωνιστές μας στην αγορά του άρτου, αντίθετα με την υποχρέωση της Πολιτείας να μη λαμβάνει ή να διατηρεί τέτοια μέτρα, που θα εμπόδιζαν την πλήρη και ομοιόμορφη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου ή που θα ήταν πρόσφορα να περιορίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό των κανόνων ανταγωνισμού που εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις (Βλ. αντί άλλων παραπομπών τις ανωτέρω αποφάσεις Leclerc / Au blé vert (229/83, Rec._p._00001) (cf. al. 14), Cullet / Leclerc (231/83, Rec._p._00305) (cf. al. 16).





3. Για περισσότερες πληροφορίες:

· Συντεχνία Αρτοποιών Αθηνών κ. Χρήστου τηλ: 210-3615691, 6977-984999
· ΒΙΟΖΩ – κ. Κωστής, τηλ: 210-5222323, 697-9734591
· ΕΚΠΟΙΖΩ – κα Καλαποθαράκου, τηλ: 210-3304444
· ΙΝΚΑ – ΓΟΚΕ κ. Λεχουρίτης, τηλ: 210-3601800, 3632443
· Νομικός σύμβουλος Αρτοποιών, κ. Παππάς, 210-3390554, 6936-999649

0 Comments:

Post a Comment

<< Home